21.5.10

Down town

Το πρωί βγήκα στο δρόμο γύρω στις 12.00. Μη με ρωτήσεις γιατί δεν πήγα στην πορεία. Ήταν μια ευκαιρία να κάνω κάποιες δουλειές που με κυνηγούσαν. Έμεινα στο σπίτι του κέντρου. Πάνω σε μια μεγάλη πλατεία, ένα διαμέρισμα που βλέπει Λυκαβηττό είναι ό,τι πρέπει για να ζεις τον ρυθμό και τον παλμό της πόλης. Και μετά να αποσύρεσαι στα βόρεια προάστια για τους ευνόητους λόγους. Μεγαλοαστισμός, κατάλοιπο μιας προ κρίσης εποχής. Λόγω έλλειψης πάρκινγκ αφήνω τη μηχανή πάνω στην πλατεία κοντά στο καρτοτηλέφωνο. Από αυτό το καρτοτηλέφωνο περνάνε κάθε μέρα όλοι οι αλλοδαποί της περιοχής και όχι μόνο. Άλλες φορές τα πρόσωπα είναι αγριεμένα και κάπως σε φοβίζουν. Άλλες φορές δεν καταλαβαίνεις ποια γλώσσα μιλάνε. Άλλες φορές απλά πιθανολογείς από πού μπορεί να είναι. Και σκέφτεσαι τί μπορεί να ζητούν αυτοί οι άνθρωποι εδώ. Τόσο μακριά από τις εστίες τους, τις πατρίδες τους. Και τους αρέσει εδώ. Με τα καχύποπτα βλέμματα και όλα τα άλλα συμπαραμαρτούντα που τους οδηγούν άλλες φορές στην εξαθλίωση (όχι μόνο οικονομική) και στην παραβατικότητα. Μόνο που σήμερα φτάνοντας στη μηχανή ένας έγχρωμος, που φαντάστηκα ότι ήταν από το Κονγκό, όχι πολύ ψηλός και σχετικά αδύνατος, μιλούσε στο τηλέφωνο. Μιλούσε αυτά τα γνωστά αφρο-γαλλικά. Κι αμέσως ξύπνησε αναμνήσεις μέσα μου. Τον άκουσα να λέει για τη δουλειά του αλλά και για μια κοπέλα από τη δουλειά που του άρεσε. Δεν ξέρω ποιος ήταν στην άλλη άκρη της γραμμής του, ξέρω ότι ταξίδεψα στη Γαλλία. Τότε που έκανα παρέα στο πανεπιστήμιο με παιδιά από το Κονγκό, την Ακτή Ελεφαντοστού... Και κατάλαβα πως είναι ωραίο να ζεις σε μια μητρόπολη. Να ζεις στην πολυπολιτισμικότητα, τον πλουραλισμό και την tolerence. Με κοίταζε όσο μιλούσε κι αυθόρμητα ήθελα να του πω ένα bonjour για να νιώσει μια οικειότητα ένας άνθρωπος μόνος κι όχι ξένος σε μια άλλη μακρινή πατρίδα, όπως είναι γι' αυτόν η Αθήνα. Μόνο αν καταλάβει ο ένας τον άλλο ίσως αυτή η πόλη, αυτή η χώρα αλλάξει φυσικά και διασωθεί. 

P.S. 1 Λίγα μέτρα πιο κάτω το βλέμμα του μαυροντυμένου νεαρού με τη Logstoff μου έδειξε ότι μπορούμε να συνεννοηθούμε.
P.S. 2 Mόνο που ακόμα είμαστε λίγοι. 

19.5.10

σκόρπια

Έμαθε η καρδιά. Ωραίο τραγούδι, φρέσκο της Δήμητρας Παπίου. Το ακούω και με συγκινεί. Το έγραψε ο Κώστας ο Λειβαδάς με τη Λίνα.
Αναρωτιέμαι συχνά τί θα γίνω όταν μεγαλώσω. Ή μήπως μεγάλωσα;
Θέλω να πάρω αυτά τα μαύρα γυαλιά που φοράς. Τα ζήλεψα.
Αηδιάζω με τη χώρα αυτή.
Στεναχωριέμαι που βλέπω ότι η Αθήνα ζει στην απόλυτη deca.
Δεν έχω διάθεση για κανένα shopping.
Δεν με αφορούν οι γιορτές και τα πανηγύρια.
Είμαστε σαν μια μικρή ανάσα που την παίρνεις και μετά έρχεται άλλη κι άλλη κι άλλη.
Μ' άρεσε η φωτογραφία μιας φίλης στο facebook που φοράει το μπλουζάκι που της χάρισα.
Μ΄αρέσει που καπνίζω.
Νιώθω ήρεμος κάποιες φορές.
Θέλω να μιλάω με ανθρώπους που δε φοβούνται τη ζωή τους και την ζουν.Οι εμπειρίες τους είναι σοφία.
Υπάρχει μια διάχυτη ματαιότητα.
Έχω πολλά νεύρα.
Και μεγάλη φρίκη. Φρίκη σου λέω.
Μ΄αρέσει το σύνθημα "Βασανίζομαι" στους τοίχους.
Βαρέθηκα τα new fusion mediterrenean menu των εστιατορίων.
Δεν αντέχω άλλο την καταστροφολογία. Παντού καταστροφή. Έρχεται, ήρθε, θα 'ρθει;
Το παγωτό είναι παρηγοριά.
Θέλω να πάρω πολλά jeans και δεν μ' αρέσει κανένα. Κουκουρούκου.
Λέω να σπουδάσω design. Φτου κι απ' την αρχή. Τέλεια.

14.5.10

Για να μην το κουράζουμε...

Να φύγει κανείς: διεκδικώντας ένα καλύτερο αύριο, σε μια οργανωμένη κοινωνία, δουλεύοντας σε ένα συνεπές περιβάλλον. Και να δεχτεί και τα αρνητικά φυσικά μιας άλλης χώρας ή 
Να μείνει κανείς: σ΄ ένα αβέβαιο μέλλον, χωρίς προοπτική, εγκαταλείποντας έστω την προσπάθεια να πραγματοποιήσει τα όνειρά του, αποδεχόμενος όλη αυτή την κοροϊδία που μας πλασάρουν; Αυτά για να μην το κουράζουμε...

10.5.10

Maman, μάμα μου, mommy, μαμά...

Δεν ήσουν στο σπίτι σου το πρωί να σου πω "σ' αγαπώ". Το ξέρεις όμως. Καθ' εικόνα και ομοίωση , βλέπεις. Σου έχω θυμώσει πολλές φορές παλιά. Αλλά μεγαλώνω μαμά. Και δε με νοιάζει να σου θυμώνω. Με νοιάζει να είσαι εδώ. Δίπλα. Γιατί εσύ ξέρεις. Εσύ καταλαβαίνεις. Εσύ που μου διάβαζες πάντα το αγαπημένο σου απόσπασμα από τον Ναζίμ Χικμέτ και μου έλεγες "είσαι ελεύθερος. Δεν μου ανήκεις. Σε γέννησα, αλλά τώρα βγες και ζήσε". Σ' έχω αγαπήσει όμως συνεχώς. Γιατί έτσι είναι αυτή η σχέση μάνας - παιδιού. Έχει μέσα της το "γιατί", αλλά η αγάπη δεν ξεθωριάζει ποτέ. Ξέρεις ότι δεν πιστεύω σ' αυτές τις επετείους, τις ημέρες της μητέρας και τα λοιπά, αλλά να ρε μαμά, τελευταία είναι κάπως δύσκολα τα πράγματα. Αν μπορείς να με σπρώξεις, όπως μόνο εσύ ξέρεις, να συνεχίσω να κυνηγώ τα όνειρά μου και να τα ζω.

9.5.10

Summer nights


I hate summer nights

Μυρίζει παντού ζελέ μαλλιών.
Τα αγόρια φοράνε αραχνούφαντα λευκά μπλουζάκια.
Κολλάς από την υγρασία.
Κολλάει στα δάχτυλα το strawberry daiquiri.
Ξεφλουδίζεις και πασαλείβεσαι με ενυδατικές.
Ακούς τους διπλανούς όταν κάνουν σεξ.

I love summer nights

Παίζει πολύ θερινό σινεμά.
Παίζει και πολύ μπαλκόνι.
Ανασαίνεις από το δροσερό αέρα που μπαίνει από τα ανοιχτά παράθυρα του αυτοκινήτου.
Φοράς βερμούδα όλη νύχτα. Επιβάλλεται.
Δίνεις ραντεβού στα ανοιχτά θέατρα για συναυλία.
Ακούς ωραίες μουσικές από τις ανοιχτές πόρτες των bars.




7.5.10

μαύρο

Πήγα. Και γύρισα. Και ξεχάστηκα. Και πέρασα ωραία. Και είδα. Και σκέφτηκα. Και κατάλαβα. Και ένιωσα. Και γέλασα. Και πάλι στο ίδιο σημείο είμαι. Γυρίζοντας πίσω, δε θέλω να σου πω ούτε για το ταξίδι, ούτε για τις εικόνες, ούτε για την παγωμένη θάλασσα και τη ραστώνη του μεσημεριού στο νησί. Θέλω να σου πω ότι ο καθένας πρέπει να κυνηγά το όνειρό του και πως σ' αυτή την πόλη δεν ζούμε πια. Αυτό κράτησα σα συμπέρασμα και τώρα σκέφτομαι ότι βρήκα τα πράγματα πιο άσχημα απ' ότι τα άφησα. Και μαύρισε η ψυχή μου. Για τη ζωή μας που είναι πια μαύρη.